Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2010

Φωνή απ' την Θάλασσα



Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή -
φωνή που μπαίνει
μες στην καρδιά μας και την συγκινεί
και την ευφραίνει.
Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει,
τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι,
ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός.
Το ψάλλει με την θεία της φωνή εκείνη,
όταν στους ώμους της απλώνει την γαλήνη
σαν φόρεμά της ο καιρός ο θερινός.
Φέρνει μηνύματα εις ταις ψυχαίς δροσάτα
η μελωδία της. Τα περασμένα νειάτα
θυμίζει χωρίς πίκρα και χωρίς καϋμό.
Οι περασμένοι έρωτες κρυφομιλούνε,
αισθήματα λησμονημένα ξαναζούνε
μες στων κυμάτων τον γλυκόν ανασασμό.
Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει,
τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι,
ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός.
Και σαν κυττάζεις την υγρή της πεδιάδα,
σαν βλέπεις την απέραντή της πρασινάδα,
τον κάμπο της πούναι κοντά και τόσο μακρυνός,
γεμάτος με λουλούδια κίτρινα που σπέρνει
το φως σαν κηπουρός, χαρά σε παίρνει
και σε μεθά, και σε υψώνει την καρδιά.
Κι' αν ήσαι νέος, μες σταις φλέβες σου θα τρέξη
της θάλασσας ο πόθος· θα σε 'πη μια λέξι
το κύμα απ' τον έρωτά του, και θα βρέξη
με μυστική τον έρωτά σου μυρωδιά.
Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή -
φωνή που μπαίνει
μες στην καρδιά μας και την συγκινεί
και την ευφραίνει.
Τραγούδι είναι, ή παράπονο πνιγμένων;-
το τραγικό παράπονο των πεθαμένων,
που σάβανό των έχουν τον ψυχρόν αφρό,
και κλαιν για ταις γυναίκας των, για τα παιδιά των,
και τους γονείς των, για την έρημη φωλιά των,
ενώ τους παραδέρνει πέλαγο πικρό,
σε βράχους και σε πέτραις κοφτεραίς τους σπρώχνει,
τους μπλέκει μες στα φύκια, τους τραβά, τους διώχνει,
κ' εκείνοι τρέχουνε σαν νάσαν ζωντανοί
με ολάνοιχτα τα μάτια τρομαγμένα,
και με τα χέρια των άγρια, τεντωμένα,
από την αγωνία των την υστερνή.
Τραγούδι είναι, ή παράπονο πνιγμένων;-
το τραγικό παράπονο των πεθαμένων
που κοιμητήριο ποθούν χριστιανικό.
Τάφο, που συγγενείς με δάκρυα ραντίζουν,
και με λουλούδια χέρια προσφιλή στολίζουν,
και που ο ήλιος χύνει φως ζεστό κ' ευσπλαγχνικό.
Τάφο, που ο πανάχραντος Σταυρός φυλάει,
που κάποτε κανένας ιερεύς θα πάη,
θυμίαμα να κάψη και να 'πη ευχή.
Χήρα τον φέρνει που τον άνδρα της θυμάται
ή υιός, ή κάποτε και φίλος που λυπάται.
Τον πεθαμένο μνημονεύουν· και κοιμάται
πιο ήσυχα, συγχωρεμένη η ψυχή.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης

2 σχόλια:

  1. Αντώνιος
    Απολείπειν Κύριος …

    Ωραία λοιπόν μας τα ‘πες Κωνσταντίνε …
    Μες στο βαθύ μας πόνο να σταθούμε
    περήφανοι καθώς ταιριάζει σ’ άνδρες
    που η Μοίρα δεν μπόρεσε να καταβάλει.
    Κι όπως θα ηχούν ψηλά οι αθέατες άρπες
    «τα εξαίσια όργανα του μουσικού θιάσου»
    δίχως κλαυθμούς και μάταιες ικεσίες
    την πόλη αυτή που τόσον αγαπήσαμε
    την πόλη αυτή που όλη η ζωή μας ήταν
    όχι ασυγκίνητοι μα πάντως «ευπρεπείς»
    για πάντα ν’ αποχωριστούμε.
    Σάμπως ποτέ για μας να μην υπήρξε.

    Όμως υπήρξε Κωνσταντίνε Υπήρξε
    Με τα βαθιά της πάρκα τις μεγάλες
    λαμπρές λεωφόρους με τα ωραία λουτρά της
    τους αρωματισμένους της κοιτώνες
    τα μαλακά σα χάδι ανάκλιντρά της
    - μάρτυρες τόσων στεναγμών αγάπης …
    Κι εξ άλλου δεν γεννιόμαστε ήρωες όλοι
    Λίγοι έχουν σφραγισθεί μ’ αυτή τη βούλα
    Οι άλλοι εμείς οι απείρως περισσότεροι
    άνθρωποι απλοί του καθ’ ημέραν βίου
    μεγαλωμένοι με το φόβο και τη στέρηση
    και την ανίατη νοσταλγία για κάτι
    που ωστόσο δεν γνωρίσαμε ποτέ
    πώς να σταθούμε αράγιστοι μπροστά
    στο φοβερό ναυάγιο των ονείρων;
    Πώς να μη μας προδώσουν οι οφθαλμοί;
    Να μη σαλέψει μέσα μας ο κόσμος;

    Καλώς σε βρήκα. Χαμόγελο Ολόφωτο και
    Φιλί τρυφερό ( καμιά σχέση με των Ιούδων) :))

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ευχαριστώ καλό μου αερικό….
    Είσαι το κάτι άλλο…!!σε φιλώ

    ΑπάντησηΔιαγραφή